πινακίδα

πινακίδα
η
ταμπελίτσα, αβάκιο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • πινακίδα — η / πινακίς, ίδος, ΝΜΑ νεοελλ. 1. μικρή πλάκα, ξύλινη ή μεταλλική, πάνω σε θύρα, τοίχο, διάδρομο, συρτάρι, δρόμο, διασταύρωση, η οποία φέρει επιγραφή, η ταμπέλα 2. ειδικό πλαίσιο με τον αριθμό κυκλοφορίας οχήματος μσν. αρχ. μικρό πινάκιο, δέλτος… …   Dictionary of Greek

  • πινακίδα — πινακίς codicils fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολύπτυχο — Πινακίδα με επάλειψη κεριού, που χρησίμευε ως επιφάνεια γραφής στα αρχαία χρόνια. Ονομάστηκε π. γιατί είχε περισσότερα από 4 φύλλα. Στην αρχαία Ρώμη π. ονόμαζαν και τις πινακίδες απογραφής των κατοίκων. Στα χρόνια της φεουδαρχίας ονόμαζαν έτσι το …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • πυξίο — το / πυξίον, ΝΑ [πύξος] νεοελλ. η μικρή, συνήθως ξύλινη πινακίδα πάνω στην οποία βάζουν τα χρώματα οι ζωγράφοι, η παλέτα αρχ. 1. πινακίδα γραφής από ξύλο πύξου 2. κατάλογος γραμμένος σε πινακίδα 3. υποδιαίρεση, τμήμα …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Αρχανών — Στον κάμπο που βρίσκεται νότια της Kνωσού, πάνω από τον οποίο δεσπόζει το βουνό Γιούχτας, βρίσκεται μια από τις πιο πλούσιες αρχαιολογικά περιοχές της Kρήτης. Tόσο το μινωικό ανάκτορο, του οποίου η ανασκαφή συνεχίζεται στο κέντρο του σημερινού… …   Dictionary of Greek

  • επιγραφή — Λέξεις ή φράσεις χαραγμένες, γραμμένες, ζωγραφισμένες ή τυπωμένες σε ποικίλα υλικά. Οι αρχαίοι πολιτισμοί άφησαν πολυάριθμες ε. δημόσιου ή ιδιωτικού χαρακτήρα: συνθήκες, ψηφίσματα, απογραφές, καταχωρήσεις πωλήσεων, λογαριασμούς, αναθηματικές ε.,… …   Dictionary of Greek

  • καρτέλα — η 1. μικρή χάρτινη πινακίδα με επιγραφή, αριθμό ή λογαριασμό 2. (στο παιχνίδι τής τόμπολας) η πινακίδα που έχει τους τυπωμένους αριθμούς 3. στον πληθ. οι καρτέλες δελτία που χρησιμοποιούνται από τις επιχειρήσεις για στατιστικούς, λογιστικούς και… …   Dictionary of Greek

  • στύλος — Πεδινός οικισμός (296 κάτ., υψόμ. 40 μ.), στην επαρχία Αποκορώνου του νομού Χανίων. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (11 τ. χλμ., 448 κάτ.), στην οποία ανήκουν και άλλοι τρεις μικρότεροι οικισμοί, το Πρόβαρμα (72 κάτ., υψόμ. 100 μ.), ο Σαμωνάς… …   Dictionary of Greek

  • ταβέλλα — ἡ, Α 1. πινακίδα γραφής 2. φρ. «ταβέλλα ἐλευθερώσεως» γράμμα για την απελευθέρωση δούλου πάπ.. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. tabella «πινακίδα»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”